Το παρακάτω κείμενο είναι της κατάληψης Υφανέτ στη Θεσσαλονίκη σχετικά με την ΕΡΤ και τον αγωνιστικό/ταξικό χαρακτήρα που οι κατειλημμένες εγκαταστάσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη οφείλουν να πάρουν. Με βρίσκει σύμφωνο σε μεγάλο βαθμό. Μόνο αν βρεθούμε κοντά και μιλήσουμε με όλον τον καταπιεσμένο κόσμο και τους αγωνιστές και ενωθούμε και μόνο εφόσον ξέρουμε τον σκοπό μας μπορεί να καταφέρουμε κάτι. Το βήμα πρέπει να είναι "από τα κάτω" για να τελειώνουμε με τα συντεχνιακά και οπορτουνιστικά παιχνίδια συνδικαλιστών, κομματόσκυλων και ανθρώπων που δεν διακρίνουν την γενικότερη κρατική επίθεση στους καταπιεσμένους και μόνο αποτέλεσμα έχουν τη διάσπαση και την περιχαράκωση σε στρατόπεδα, του κομματιού της κοινωνίας που δέχεται την επίθεση.
Το κείμενο:
Σημείωμα προς αυτούς και αυτές
που έχουν βαρεθεί να μετράμε ήττες
Με αυτό το κείμενο δεν φιλοδοξούμε να προσθέσουμε άλλη μια αφήγηση στα τόσα που έχουν γραφεί γύρω από την παύση της λειτουργίας της ΕΡΤ και την απόλυση 2500 και πλέον εργαζομένων, όπως και την ουσιαστική επικύρωσή της από το περίφημο ΣτΕ. Ο βοναπαρτισμός της εξουσίας και η ολοένα πιο αυταρχική διαχείριση της κρίσης, όσο σοκ-αριστικά κι αν εκδηλώνονται, όσες οδυνηρές επιπτώσεις κι αν έχουν για τις ζωές μας, δεν πρέπει πια να εκπλήσσουν κανέναν. Μπορεί τα γεγονότα της ΕΡΤ να μας έπιασαν γι’ άλλη μια φορά εξ απήνης, αυτό όμως δε σημαίνει πως ήταν ξαφνικά, πόσο μάλλον ότι έχουν να κάνουν με κάποια εκτροπή της δημοκρατίας ή κάποιο καπρίτσιο του Σαμαρά.
Και για του λόγου το αληθές, ποιος δε θυμάται τι έχει προηγηθεί της τελευταίας αυτής φάσης του δράματος[Υποσημείωση]; Ποιος μπορεί να αγνοεί μετά από όλα αυτά τον κεντρικό ρόλο που το μετασχηματισμένο ελληνικό κράτος-κρίσης παίζει σε εκείνες τις διαδικασίες που συνθέτουν την κεφαλαιοκρατική αναδιάρθρωση: εκκαθαρίσεις στα αντιπαραγωγικά και πλεονάζοντα κομμάτια, νέα πεδία παραγωγής υπεραξίας, γκρεμοτσάκισμα της αξίας της εργασιακής δύναμης, ένταση των έμφυλων διαχωρισμών, κατασταλτική διαχείριση όσων δε χωράνε ή δεν υπακούν στα παραπάνω.
Αν θέλουμε για κάτι να μιλήσουμε με αυτό το κείμενο, είναι για όλα αυτά που από το βράδυ της 11ης Ιουνίου συμβαίνουν από τη δική μας πλευρά, για το κίνημα που έχει αναπτυχθεί, τα όρια και τις δυνατότητές του. Ας το ξεκαθαρίσουμε εδώ εξ αρχής: δεν υπερασπιζόμαστε γενικά-και-αόριστα την ΕΡΤ ούτε είναι ο βασικός καημός μας το αντιφέγγισμα της μαύρης οθόνης και η αχρήστευση των 3 πρώτων πλήκτρων του τηλεκοντρόλ. Είμαστε αλληλέγυες στους εργαζόμενους που πετάχτηκαν εκτός εργασίας και θέλουν να κάνουν κάτι γι’ αυτό, και έχουμε κάθε λόγο να εναντιωθούμε στην επίδειξη πυγμής και τσαμπουκά που συνιστά το κλείσιμο της ΕΡΤ από την πλευρά της κυβέρνησης.
Δεν προσεγγίζουμε αυτόν τον αγώνα ως εξωτερικοί υποστηρικτές, θέλουμε να τον αγωνιστούμε οι ίδιοι γιατί μας αφορά άμεσα, όπως επιμένουμε να αγωνιζόμαστε στην υπόλοιπη καθημερινότητά μας. Τον πανηγυρίζουμε ως μια ευκαιρία για όλους εμάς, τους υποτιμημένους και τις επισφαλείς, τους άνεργους και τις άμισθα εργαζόμενες, την εργατική τάξη που επιθυμεί να καταργήσει την εργασία και τις τάξεις. Μια ευκαιρία να συναντηθούμε και να συζητήσουμε για τις ανάγκες μας, να συγκροτήσουμε μια πραγματική κοινότητα αγώνα συνάπτοντας σχέσεις αλληλεγγύης.
Γνωρίζουμε καλά πως δεν έχουμε τη διάθεση ή την πολυτέλεια να δούμε άλλον έναν αγώνα να τσακίζεται στις συμπληγάδες της καταστολής και των δικών του εσωτερικών ορίων και αδιεξόδων. Και δυστυχώς τέτοια όρια είναι από την πρώτη μέρα παρόντα, τόσο στο λόγο και την πρακτική των περισσότερων απολυμένων όσο και στα περιεχόμενα που αρθρώνει το κίνημα αλληλεγγύης. Είναι για μας κρίσιμο: η μόνη ελπίδα να διαφυλάξουμε και να προωθήσουμε τη δυνατότητα ύπαρξης, εμπλουτισμού και επέκτασης του αγώνα περνάει μέσα από την κριτική και το ξεπέρασμα αυτών των ορίων. Εξηγούμαστε:
"Δεν είναι ζήτημα μισθών αλλά δημοκρατίας" Αλέξης Τσίπρας για την ΕΡΤ
Υπάρχει αυτή η περιρρέουσα άποψη πως με το κλείσιμο της ΕΡΤ επιβεβαιώθηκε ότι η δημοκρατία έχει καταλυθεί και αυτό που ζούμε είναι μια χούντα. Με αυτό τον τρόπο, ο αγώνας ενάντια στις απολύσεις, ενάντια στην υποτίμηση, εν τέλει ενάντια στην αναδιάρθρωση του κεφαλαίου, εμφανίζεται ως αγώνας για περισσότερη ή αληθινότερη δημοκρατία. Δυστυχώς, όπως κάθε λαθεμένη διαπίστωση, έχει κι αυτή κάποιες επιπτώσεις: από τη μία αθωώνει τη δημοκρατία ως πολιτική μορφή του καπιταλισμού, από την άλλη μετατρέπει αυτό που είναι ζήτητημα κοινωνικών σχέσεων και κοινωνικών μορφών σε ζήτημα πολιτικής διαχείρισης και πολιτικής λύσης. Κάπως έτσι, ο δημοκρατικά εκλεγμένος Σαμαράς μπορεί κάλλιστα να επανεκλεγεί δημοκρατικά στο δημοκρατικό κοινοβούλιο συνεχίζοντας την «εξυγίανση» μέχρι την έξοδό «μας» από την κρίση, ή μια υπεύθυνη αριστερή διαχείριση να αναλάβει να μας βγαλεί αυτή από την κρίση με δημοκρατία, ανάπτυξη και ολίγη από αυτοδιαχείριση της φτώχειας. Είτε έτσι είτε αλλιώς, η μιζέρια μας μένει ανέπαφη.
και δημόσιο και αγαθό;
Μια άλλη αγαπημένη ρητορική είναι αυτή των «δημόσιων αγαθών». Παραβλέποντας τη χτυπητή αντίφαση στην υποστήριξη μιας «αγνής» δημόσιας περιουσίας που υποτίθεται πως είναι κάτι διαφορετικό από την κρατική, καθώς και στην αυταπάτη πως μια κρατική τηλεόραση μπορεί να βρίσκεται εκτός του εμπορευματικού κύκλου, αυτή η ρητορική φαίνεται να μας λέει τα εξής: το κράτος με τις λειτουργίες του είναι ουδέτερο και φυσική τάξη των πραγμάτων είναι η «αιώνια σοσιαλδημοκρατία». Σημαίνει αυτό πως αδιαφορούμε για τις κρατικές δαπάνες και παροχές; Το αντίθετο. Μας ενδιαφέρουν, αλλά τις αντιλαμβανόμαστε ως αποτελέσματα και αντικείμενα της ταξικής πάλης. Το κράτος είναι η πολιτική μορφή της κοινωνικής σχέσης-κεφάλαιο και γι΄αυτό το λόγο είναι ένα ακόμα πεδίο κοινωνικού ανταγωνισμού. Διεκδικούμε τις κατακτήσεις των προηγούμενων κύκλων αγώνων που τώρα σαρώνονται, αλλά δε λησμονούμε να υποβάλουμε σε κριτική την αλλοτριωτική (κρατική) μορφή μέσα από τις οποίες αυτές (δεν) μας δίνονται.
ας παίξουν Σοστακόβιτς...
Όπως φάνηκε, η «υπεράσπιση της ΕΡΤ» δε δυσκολεύεται να μετατραπεί σε «υπεράσπιση του έθνους». Η έμφαση στον εθνικό ρόλο της ΕΡΤ, οι αναφορές στο νευραλγικό ρόλο του σήματός της, που σύμφωνα και με αριστερούς υπερασπιστές φτάνει μέχρι τις πιο ακριτικές, εθνικά ευαίσθητες περιοχές, η σημασία της για τον «απόδημο ελληνισμό», οι ελληνικές σημαίες που κυματίζουν και ο εθνικός ύμνος που παιανίζεται από την ορχήστρα τουλάχιστον τρεις φορές τη μέρα μετά το φαγητό, είναι ο πιο σύντομος δρόμος για την εξουδετέρωση του αγώνα. Η εθνικοποίηση ενός ακόμη επεισοδίου της αναδιάρθρωσης προσδένει τους πάντες στο εθνικό άρμα, αβαντάρει ανοιχτά την άνοδο του εθνικισμού και ευθυγραμμίζεται με την κυρίαρχη αφήγηση που θέλει την κρίση να είναι ένα εθνικό ζήτημα που χρήζει εθνικής λύσης. Θα ήταν περιττό να προσθέσουμε πως αποκλείει επιπλέον από τον αγώνα το μέρος εκείνο της κοινωνίας που αποτελούν οι μετανάστες;
η ΕΡΤ ως πολιτιστικό κεφάλαιο του έθνους
Από κοντά ακολουθεί και η αγωνία για τον «πολιτισμό» που δέχεται επίθεση και για τον πολιτιστικό ρόλο της ΕΡΤ. Δεν είναι το ζήτημα εδώ να ζυγίσουμε εκείνα τα ποιοτικά στοιχεία της ΕΡΤ που προκρίνουν την κρατική τηλεόραση ως καλύτερη από την ιδιωτική (που εν πολλοίς είναι) με τις ουκ ολίγες μαύρες στιγμές της που την κατατάσσουν σε έναν άτεγκτο και εχθρικό ιδεολογικό μηχανισμό του κράτους. Το σημαντικό είναι πως η εμμονή στο θέμα του πολιτισμού και η αισθητικοποίηση του ζητήματος ισορροπεί ανάμεσα σε δύο σημεία: στην καλύτερη περίπτωση παράγεται μια ασθενική νοσταλγία που μεταμφιέζει τον ταξικό ανταγωνισμό σε ένα αφηρημένο πρόταγμα υπεράσπισης του πολιτισμού, στη χειρότερη ενδυναμώνει με τη σειρά της τον πατριωτισμό συγκροτώντας μια εθνική κοινότητα με πολιτισμικούς όρους.
δείξε μου το συνάδελφό σου να σου πω ποιος είσαι
Το τελευταίο όριο αφορά μια συνθήκη ενδημική στο δημόσιο τομέα, η οποία, λόγω και της φύσης της ραδιοτηλεόρασης, ίσως εκδηλώνεται μεγεθυμένη. Υπάρχουν χοντρικά δύο ζητήματα σε σχέση με την κατάσταση στο δημόσιο τομέα και στους αγώνες που δίνονται ή δε δίνονται εκεί: Αφενός, η μορφή της ταξικής πάλης και των διεκδικήσεων σε προηγούμενους κύκλους αγώνων, έτσι όπως αυτή λάμβανε χώρα μέσα από τις πολιτικές/κομματικές διαμεσολαβήσεις και τον συνδιαχειριστικό συνδικαλισμό, έχει παροπλίσει για τα καλά κάθε διάθεση ή δυνατότητα για συγκρούσεις και αγώνες αντίστοιχους με τις απαιτήσεις της συγκυρία. Αφετέρου, οι υπαρκτές-υπαρκτότατες διαιρέσεις που διατρέχουν το σώμα των εργαζομένων κάνουν σαφές πως δεν μπορεί να νοηθεί κάποιος κοινός τους αγώνας.
Αυτό το βλέπουμε ξεκάθαρα και στην περίπτωση της ΕΡΤ, όπου οι πολυεπίπεδες διαστρωματώσεις και διαιρέσεις σε δημοσιογράφους, τεχνικούς, συμβασιούχους, εμπλεκόμενους ή μη σε κομματικές διευθετήσεις, περσόνες της τηλεόρασης ή αφανείς εργάτες, κάνουν αδύνατη κάθε κοινή συμφωνία και πρακτική. Αυτή η δυστοκία είναι αποτέλεσμα του απλού γεγονότος πως δεν υφίσταται ανάμεσά τους κάποια υλική κοινότητα συμφερόντων. Ποιος αμφιβάλλει, για παράδειγμα, πως ένα σεβαστό μέρος των δημοσιογράφων, το οποίο έχει ταυτίσει τα συμφέροντα του με την αναδιάρθρωση και δεν έχει κανένα πρόβλημα με αυτή, πασχίζει να διασφαλίσει ότι θα βγει αλώβητο με κάθε δυνατό τρόπο;
Βέβαια, ακόμα χερότερο από αυτό φαίνεται να είναι το γεγονός πως η στάση αυτού του κομματιού δεν είναι μονάχα απότέλεσμα ψυχρού υπολογισμού, αλλά και της πραγματικής αδυναμίας του να σκεφτεί διαφορετικά την κατάστασή του. Η χρόνια έκθεση σε αυτή τη θέση, με τις ιδεολογίες της υπεύθυνης ενημέρωσης, του δημοκρατισμού και της ψευδοαντικειμενικότητας που αυτή συνεπάγεται, μοιάζει να έχει κατασκευάσει έναν ολόκληρο ανθρωπολογικό τύπο που ακόμα και στην ύστατη στιγμή της καταστροφής μένει προσκολλημένος στις αυταπάτες του. Ίσως να εξηγείται και έτσι η άρνηση για αυτοκριτική, η ενοχλητική αυτοαναφορικότητα, η σοβαροφάνεια, η εμμονή στην «αντικειμενικότητα» και η αίσθηση πως τίποτα δεν έχει τσαλακωθεί ή αμφισβητηθεί στην επικοινωνιακή διαδικασία, τη στιγμή που η ΕΡΤ εκπέμπει από κατειλημμένο έδαφος.
Στο προκείμενο, νομίζουμε πως ειδικά τώρα, που ο κόμπος έφτασε στο χτένι και ο παραδοσιακός συνδικαλισμός με τις διαμεσολαβήσεις του έχει πια λιγότερη αξία χρήσης για τους απολυμένους κι από τα γλέντια του Σπύρου Παπαδόπουλου για τα σαββατόβραδά μας, η ρήξη μεταξύ των απολυμένων που θέλουν να αμφισβητήσουν βεβαιότητες, να ανοίξουν τον αγώνα τους και να συναντηθούν με άλλους αγωνιζόμενους, και αυτών που μόνο τους αίτημα είναι να μην αλλάξει τίποτα, είναι εκ των ων ουκ άνευ για οποιαδήποτε θετική εξέλιξη του αγώνα.
Με όλα τα παραπάνω δε θέλουμε να μειώσουμε τις προσπάθειες και τα βήματα που, ειδικά στη Θεσσαλονίκη, έχουν γίνει. Θέλουμε απλά να συγκατανεύσουμε προς τη διεύρυνση και το βάθεμά τους. Και να μοιραστούμε την αγωνία μας και τη θέλησή μας να σπάσουμε επιτέλους τον προκαθορισμένο κύκλο ματαίωσης στον οποίο έχουμε βουτηχτεί. Τι θα σήμαινε κάτι τέτοιο;
*Όχι διαχωρισμένες συνελεύσεις εργαζομένων και αλληλέγγυων. Κοινή ανοιχτή διαδικασία με τη συμμετοχή απολυμένων - αλληλέγγυων όπου ισότιμα αμφότεροι θα μπορούν να συζητήσουν για το περιεχόμενο και τις πρακτικές του αγώνα, για την οικειοποίηση και τη διαχείριση της κατειλημμένης ΕΤ3, για την οργάνωση του προγράμματος εκπομπών.
*Η ΕΡΤ3 πρέπει να διατηρηθεί κατειλημμένη ως κέντρο ανυποχώρητου αγώνα ενάντια στην απόλυση των εργαζομένων και στις πολιτικές της αναδιάρθρωσης συνολικά. Αυτό σημαίνει πως ο αγώνας πρέπει να ξεφύγει από τη μορφή των σιωπηλών συγκεντρώσεων και της καταγγελτικής λογικής και να ανοιχθεί στην πόλη. Εκτός όλων των άλλων, οι προτάσεις για αυτοδιαχείριση της ραδιοτηλεόρασης δε βοηθούν σε αυτό καθώς μετατρέπουν την ανάγκη και την επιθυμία για συνέχιση και επέκταση του αγώνα σε ζήτημα διαχείρισης ενός πράγματος, εγκλωβίζοντας τις δυναμικές. Αντίστοιχα, όσο fancy κι αν ακούγεται ένα είδος #occupy ert, αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι μόνο ούτε τόσο η παρουσία μας στη συμβολή Στρατού-Καυταντζόγλου, αλλά η δυνατότητα ο αγώνας να φτάσει και σε άλλα σημεία, να δημιουργήσει γεγονότα, να διαταράξει την καπιταλιστική ομαλότητα και να μπλοκάρει την οικονομία.
*Μέχρι τώρα η ΕΡΤ δεν έχει υπάρξει παρά τόπος μιας αστικής δημόσιας σφαίρας. Στοίχημα είναι η μετατροπή της κατειλημμένης ΕΡΤ3 σε μια αυθεντική προλεταριακή δημόσια σφαίρα, όπου οι εκμεταλλευόμενοι και κυριαρχούμενοι θα μπορούν να μιλήσουν για τα θέματα που τους αφορούν. Φυσικά και αυτό δεν είναι απλό, προϋποθέτει μια σειρά από συγκρούσεις και ρήξεις στη μέχρι τώρα αυτο-κατανόηση και τροχιά του αγώνα. Κουβαλά επίσης την απλή συνειδητοποίηση πως η περίφημη σύνδεση με τους αγώνες δεν είναι αφηρημένο σύνθημα, αλλά ένα συγκεκριμένο διακύβευμα που αφορά πραγματικούς ανθρώπους στις πραγματικές κοινωνικές τους σχέσεις.
*Έχει φανεί πως όσο ένας αγώνας παραμένει συντεχνιακός και απομονωμένος ή λιμνάζει σε έναν τόπο, τόσο πιο εύκολα γίνεται διαχειρίσιμος. Είναι επιτέλους καιρός για τους αγώνες που δίνονται ήδη να κυκλοφορήσουν και να συναντηθούν και για αυτούς που δε δίνονται να δοθούν, μέχρι το σημείο που πια δε θα μπορούν κρατηθούν μεταξύ τους διαχωρισμένοι. Είναι καιρός να μιλήσουμε για τις ζωές μας, να κάνουμε ορατό όλο αυτόν τον πλούτο αρνήσεων και δημιουργίας. Τον αγώνα των διανομέων στο οβελιστήριο «Ζωή και Κότα» που απολύθηκαν επειδή ζήτησαν τα βασικά, την κινητοποίηση των εργολαβικών εργαζομένων του ΑΠΘ, την εναντίωση στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, το μπλοκάρισμα των εισπρακτικών μηχανισμών του ΕΣΥ, το τσάκισμα της φασιστικής εμπροσθοφυλακής της αναδιάρθρωσης, τις καταλήψεις στέγης και τους ανοιχτούς χώρους συνεύρεσης, την άρνηση να συμβιβαστούμε με μια ζωή που ολοένα φτωχαίνει, τα γαμωσταυρίδια για το πρωινό ξυπνητήρι και το άγχος για να βρούμε μια δουλειά χωρίς νόημα, τους ψιθύρους και τις φωνές που ταράζουν τη σιγή νεκροταφείου, από τους δρόμους και τα μικρά και μεγάλα κάτεργα μέχρι τις κουζίνες και τις κρεβατοκάμαρες αυτής της πόλης. Ακούγεται ουτοπικό, αλλά ο,τιδήποτε λιγότερο είναι καταδικασμένο να αποτύχει να απαντήσει στη συνολική επίθεση. Μπορούμε να το τολμήσουμε; Είμαστε διατεθειμένοι;
φάμπρικα υφανέτ